Οι
άνθρωποι της καθημερινότητας αναγκάστηκαν
να ζουν όπως μπορούν, χαμένοι στους
σκονισμένους δρόμους του τίποτα που
απεικονίζει το μέλλον που κανείς δεν
μπορεί να το φανταστεί.
Περιμένουν
τα ψίχουλα από την αδιαφορία της υπέρ
ατλαντικής συμμαχίας, σκάβοντας στοές
μέσα στο σώμα τους για να κρύψουν την
αγωνία από τους περαστικούς που τους
περνάν για ζητιάνους.
Δεν
είναι ζητιάνοι, είναι αυτοί που τρέχουν
πίσω από την χαρά της σύλληψης και
βρίσκονται στο πεζοδρόμιο μακρινών
διαδρομών που δεν διακρίνεται το τέλος.
Με
τριμμένα μπλουζάκια σκέψεων σκουπίζουν
την αδιακρισία της πλουτοπαραγωγικής
πλατφόρμας των υποταγμένων συμπεριφορών
για να καθαρίσουν τον ορίζοντα από
στοιχεία που μπορούν να διαταράξουν
το αργοπορημένο μέλλον τους.
Τα
πράγματα καθορίζονται από την πρώτη
στιγμή. Από την πρώτη στιγμή ο καθένας
τοποθετείται απέναντι στο διάκοσμο της
καταναλωτικής του αλητείας περιμένοντας
να ανοίξει την σάρκα του στα νέα
εμφυτεύματα της ευτυχίας.
Ο
καθένας ασπάζεται τον καθρέφτη του
παραγωγικού τεμαχισμού της μορφής του,
αναζητώντας στην άκρη των κυβερνητικών
ανακοινώσεων, το νόημα της ζωή του.
Ποιος
θα βοηθήσει αυτούς που σέρνονται χωρίς
σπλάχνα στις χαρές του αδιόρατου
σύμπαντος;
Ποιος,
μέσα από τις αλλόφρονες προοπτικές του
θανάτου και του κοινωνικού αφανισμού
της συλλογικότητας, θα φτάσει μέχρις
εδώ για να δώσει το μήνυμα στο είναι της
μεταμοντέρνας προσωπικότητας του
διασπασμένου, διαλυμένου εαυτού;
Οι
μηχανές του πολιτισμού που κουβαλάνε
την οικονομία του θανάτου στα σωθικά
τους, ναυαγούν στα ρηχά της σιωπηρής
αποδοχής και υποταγής, ξερνώντας κομμάτια
από καταβροχθισμένες υπάρξεις.
Τις
παρατηρώ περιμένοντας το λεωφορείο του
μέλλοντος, που μερικοί λένε πως άλλαξε
διαδρομή.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου