Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο


Χέρια με διάφανο δέρμα



Από τότε που μπήκες παρακόρη, μέχρι τότε που η αναπηρία έσπειρε νάρκες γύρω σου, η λάντζα και το σφουγγάρισμα αποτέλεσαν, σε τελική ανάλυση, την επαγγελματική σου δραστηριότητα για 'όλα αυτά τα χρόνια. Σε υγρές ατμόσφαιρες έπλεες σαν καρυδότσουφλο χωρίς κανένα εφόδιο και μόνο τα χέρια σου είχες για κουπιά. Μέσα σε κουζίνες, σε μπανιέρες σπιτιών πολυτέλειας, με την βρωμιά κρυμμένη σε μέρη που δεν τα φτάνει το μάτι του επισκέπτη., τα χέρια σου σύρθηκαν για να την βρουν και να την εξαφανίσουν, σύρθηκαν με το σφουγγαρόπανο γυμνά, παραδομένα διάφανα στον πόλεμο της επιβίωσης.
Μετά ήρθαν οι κουζίνες - υποβρύχια θαμμένες στα υπόγεια ξενοδοχείων. Μέσα σε αυτά, ο καθένας ήταν στο πόστο του και εσύ στο δικό σου μπροστά από την λάντζα με τις τεράστιες μεταλλικές γούρνες και το καυτό νερό να τρέχει ασταμάτητα καθώς τα πιάτα έρχονταν ομάδες, ομάδες, από τα χέρια των γκαρσονιών. Μετά έπεφταν κατσαρόλες, κατσαρόλια, τηγάνια, κουτάλες, και μετά πάλι πιάτα, ποτήρια. Και πάλι κατσαρόλες και μετά πιάτα Πυθμένες λερωμένοι, από τα αποφάγια ενός κόσμου που κινιόταν από πάνω, που έτρωγε και έπινε στις πολυτελείς τραπεζαρίες με τα γκαρσόνια σε διάταξη μέσα στην αίθουσα έτοιμα να τσακιστούν σε κάθε νεύμα του πελάτη. Ένας κόσμος πάνω από το κεφάλι σου που δεν μπορούσες να τον πλησιάσεις, παρά μόνο σαν υπηρετικό προσωπικό, παρά μόνο υπηρετώντας τον. Ένας κόσμος που δεν είχε την παραμικρή ιδέα του τι γίνεται κάτω από τα πόδια του, όπως και εσύ δεν είχες την παραμικρή ιδέα, για το γίνεται πάνω από το κεφάλι σου. Χωμένη, σκυμμένη κάτω από τους σωλήνες του εξαερισμού, τους φανταζόσουν να πηγαινοέρχονται στα μεγάλα σαλόνια του ξενοδοχείου, μετά από το φαΐ, με ένα ποτό στο χέρι και το χαμόγελο σε πρώτο πλάνο. Ντυμένοι όλοι στην εντέλεια, με τις γυναίκες, ιδίως να αστράφτουν από καθαριότητα, παρφουμαρισμένες και προπάντων ευτυχισμένες, ακουμπισμένες σε ακριβά έπιπλα. Τις φανταζόσουν και ζήλευες, πόσο θα ήθελες να είσαι μέσα σε αυτά τα σαλόνια, ντυμένη και συνοδευόμενη από έναν άντρα που σου προσέφερε τα πάντα, με τις υπηρέτριες σου να τρέχουν να σου ετοιμάσουν το τραπέζι, όμως ήξερες πως δεν ήσουν πλασμένη για να περπατήσεις μέσα σε αυτά το τοπία, ούτε σαν όνειρο .
Τα χέρια σου κατακόκκινα, από τα καυτά νερά, με δέρμα διάφανο δεν μπορούσαν να πιαστούν από τέτοια όνειρα.
Γλύπτο: Augoust Rodin

Σχόλια

  1. Ένας κόσμος που δεν είχε την παραμικρή ιδέα του τι γίνεται κάτω από τα πόδια του, και ούτε ποτέ θα μάθει γιατί δε θέλει να μάθει. Ικανοποιεί την αυταρέσκεια, την αλλαζονεία, τη δύναμη ..μέσα από αυτή την άγνοια. Αλλά αν κοιτάξεις μέσα του?
    Ένα απέραντο κενό που προσπαθεί να καλυφθεί από αυτά που φαίνονται, από αυτά που αγοράζονται, από αυτά που η καρδιά δε δίνει ούτε ένα της κτύπο για να τα αποκτήσει.
    Ποιό λοιπόν το νόημα της αέναης επιθυμίας της απόκτησής τους?
    Καλημέρα

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Της κάλυψης αυτού του κενού ίσως. Για την επιθυμία της επιθυμίας η οποόια ανανεώνει το κενό νιώθοντας ότι το συμπληρώνει. Καλημέρα Σιλένα μια άλλη μέρα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Σ' αυτούς...

Σ’ αυτούς που αναζητάν το μέλλον  θρηνώντας το παρόν  και   με αυτό τον τρόπο  προσπαθούν  να ξεχάσουν το παρελθόν,   θα ήθελα να τους πω... ότι η μνήμη πάντα θα είναι εκεί να κρατά το νήμα του πόνου προσπαθώντας  μέσα στο λαβύρινθο του χρόνου να βρει την χαρά.
Αξίες Ζωής Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες "Αν ο Θεός ξεχνούσε για μια στιγμή ότι είμαι μια μαριονέτα φτιαγμένη από κουρέλια και μου χάριζε ένα κομμάτι ζωή, ίσως δεν θα έλεγα όλα αυτά που σκέφτομαι, αλλά σίγουρα θα σκεφτόμουν όλα αυτά που λέω εδώ. Θα έδινα αξία στα πράγματα, όχι γι' αυτό που αξίζουν, αλλά γι' αυτό που σημαίνουν. Θα κοιμόμουν λίγο, θα ονειρευόμουν πιο πολύ, γιατί για κάθε λεπτό που κλείνουμε τα μάτια, χάνουμε εξήντα δευτερόλεπτα φως. Θα συνέχιζα όταν οι άλλοι σταματούσαν, θα ξυπνούσα όταν οι άλλοι κοιμόταν. Θα άκουγα όταν οι άλλοι μιλούσαν και πόσο θα απολάμβανα ένα ωραίο παγωτό σοκολάτα!Αν ο Θεός μου δώριζε ένα κομμάτι ζωή, θα ντυνόμουν λιτά, θα ξάπλωνα μπρούμυτα στον ήλιο, αφήνοντας ακάλυπτο όχι μόνο το σώμα αλλά και την ψυχή μου. Θεέ μου, αν μπορούσα, θα έγραφα το μίσος μου πάνω στον πάγο και θα περίμενα να βγει ο ήλιος. Θα ζωγράφιζα μ' ένα όνειρο του Βαν Γκογκ πάνω στα άστρα ένα ποίημα του Μπενεντέτι κι ένα τραγούδι του Σερράτ θα ήταν η σερενάτα που θα χάρ
Τα κορίτσια κλειδώνουν τις νύχτες Τα κορίτσια κλειδώνουν τις νύχτες Αφήνουν το τσιγάρο στο τασάκι και στέκονται γυμνές μπροστά στο καθρέφτη εξετάζοντας τις γραμμές του κορμιού τους Δεν ξέρουν ακόμα το όνομα του βιαστή τους Δεν ξέρουν ακόμα το όνομα της σιωπής τους Ανάμεσα σε πόστερ ινδαλμάτων ξανά βάζουν τα εσώρουχά τους και κατευθύνονται στο κοριτσίστικο κρεβάτι Τα κορίτσια κλειδώνουν τις νύχτες Πέφτουν στην αφάνεια κάνοντας βουβά σινιάλα στο σκοτάδι Τυλίγονται τον παρθενικό υμένα και κατεβαίνουν τα σκαλοπάτια με γυμνές πατούσες αφουγκράζονται τα τριξίματα της νύχτας πίσω από το κλειστό παράθυρο Τα κορίτσια κλειδώνουν τις νύχτες δεν ξέρουν τι να προσφέρουν στο βιαστή τους δεν ξέρουν τι να κάνουν την σιωπή τους. Και ο βιαστής και η σιωπή πλησιάζουν από στιγμή σε στιγμή από μέρα σε μέρα από χρόνο σε χρόνο Τα κορίτσια κλειδώνουν τις νύχτες εξαφανισμένα σαν οντότητες φορτωμένα σε φορεία κρυφών γεννήσεων φθάνουν μέχρις εδώ με ένα φόβο που κανείς δεν καταλαβαίνει Τα κορίτσια κλειδώνουν τις