Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο


Valparaiso


Ατελείωτα βήματα στις χρωματιστές, ξύλινες συνοικίες του Valparaiso, φέραν την νύχτα μπροστά σε αρχαιοελληνικές προσόψεις κτηρίων, που τρελοί αποικιοκράτες οικοδόμησαν ξέροντας πως η αιωνιότητα θα είναι πάντα εκεί. Μια φτωχική πόλη σκαρφαλωμένη πάνω στις κοιλάδες ενό χαμένου παραδείσου, κρεμασμένη μέσα στο χρόνο. Χρωματιστές σανίδες προσπαθούν να βρούν μια θέση δίπλα σε τρελούς στενούς δρόμους. Κατηφόρες και ανηφόρες μπερδεμένες, εξυπηρετούν τις διαχρονικές ανάγκες μετακίνησης. Μικρά χρωματιστά λεωφορεία σαν παιχνιδάκια, στα χέρια ενός παιδιού, κινούνται με χαρούμενη ταχύτητα, κόβοντας την ανάσα του επισκέπτη, κατεβάζοντας τον φόβο του στο εμπορικό λιμάνι. Το βράδυ βραχνές τραγουδίστριες προσπαθούν να ανοίξουν το ντουλάπι των αναμνήσεων μια πόλης που χάνονται τα χνάρια της σε αιώνες σκληρότητας και άπονης χαράς. Οι μεθυσμένοι ποιητές ακουμπούν στο τραπέζι του, του κάνουν συντροφιά.
Την άλλη μέρα τα βήματα του τον φέρνουν στην αγορά. Ένα γδαρμένο κεφάλι αλόγου τον χαιρετάει στην είσοδό της. Καλπάζει στα χέρια ενός γερασμένου χιλιανού και πάει να κρυφτεί πίσω από το ματωμένο πάγκο. Πέρα ένας ξιφίας τον περιμένει με ένα παγωμένο χαμόγελο στα χείλη. Φωνές, κραυγές του εμπορείου τον ζώνουν από παντού. Σκαρφαλώνουν στους χρωματιστούς τοίχους της πόλης, που ακουμπούν στους ώμους αργόσχολων πολιτών σπαρμένων σε φτωχικά πάρκα, σε σκοτεινιασμένες πλατείες, κοιτώντας το άπειρο γαλάζιο του ειρηνικού ωκεανίου. Ένα παιδάκι τον πλησιάζει με ένα πορτοκάλι στο χέρι, μετά από εξήντα χρόνια πεθαίνει πυροβολημένο στην άκρη ενός τηλεοπτικού δελτίου.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Σ' αυτούς...

Σ’ αυτούς που αναζητάν το μέλλον  θρηνώντας το παρόν  και   με αυτό τον τρόπο  προσπαθούν  να ξεχάσουν το παρελθόν,   θα ήθελα να τους πω... ότι η μνήμη πάντα θα είναι εκεί να κρατά το νήμα του πόνου προσπαθώντας  μέσα στο λαβύρινθο του χρόνου να βρει την χαρά.
Αξίες Ζωής Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες "Αν ο Θεός ξεχνούσε για μια στιγμή ότι είμαι μια μαριονέτα φτιαγμένη από κουρέλια και μου χάριζε ένα κομμάτι ζωή, ίσως δεν θα έλεγα όλα αυτά που σκέφτομαι, αλλά σίγουρα θα σκεφτόμουν όλα αυτά που λέω εδώ. Θα έδινα αξία στα πράγματα, όχι γι' αυτό που αξίζουν, αλλά γι' αυτό που σημαίνουν. Θα κοιμόμουν λίγο, θα ονειρευόμουν πιο πολύ, γιατί για κάθε λεπτό που κλείνουμε τα μάτια, χάνουμε εξήντα δευτερόλεπτα φως. Θα συνέχιζα όταν οι άλλοι σταματούσαν, θα ξυπνούσα όταν οι άλλοι κοιμόταν. Θα άκουγα όταν οι άλλοι μιλούσαν και πόσο θα απολάμβανα ένα ωραίο παγωτό σοκολάτα!Αν ο Θεός μου δώριζε ένα κομμάτι ζωή, θα ντυνόμουν λιτά, θα ξάπλωνα μπρούμυτα στον ήλιο, αφήνοντας ακάλυπτο όχι μόνο το σώμα αλλά και την ψυχή μου. Θεέ μου, αν μπορούσα, θα έγραφα το μίσος μου πάνω στον πάγο και θα περίμενα να βγει ο ήλιος. Θα ζωγράφιζα μ' ένα όνειρο του Βαν Γκογκ πάνω στα άστρα ένα ποίημα του Μπενεντέτι κι ένα τραγούδι του Σερράτ θα ήταν η σερενάτα που θα χάρ
Τα κορίτσια κλειδώνουν τις νύχτες Τα κορίτσια κλειδώνουν τις νύχτες Αφήνουν το τσιγάρο στο τασάκι και στέκονται γυμνές μπροστά στο καθρέφτη εξετάζοντας τις γραμμές του κορμιού τους Δεν ξέρουν ακόμα το όνομα του βιαστή τους Δεν ξέρουν ακόμα το όνομα της σιωπής τους Ανάμεσα σε πόστερ ινδαλμάτων ξανά βάζουν τα εσώρουχά τους και κατευθύνονται στο κοριτσίστικο κρεβάτι Τα κορίτσια κλειδώνουν τις νύχτες Πέφτουν στην αφάνεια κάνοντας βουβά σινιάλα στο σκοτάδι Τυλίγονται τον παρθενικό υμένα και κατεβαίνουν τα σκαλοπάτια με γυμνές πατούσες αφουγκράζονται τα τριξίματα της νύχτας πίσω από το κλειστό παράθυρο Τα κορίτσια κλειδώνουν τις νύχτες δεν ξέρουν τι να προσφέρουν στο βιαστή τους δεν ξέρουν τι να κάνουν την σιωπή τους. Και ο βιαστής και η σιωπή πλησιάζουν από στιγμή σε στιγμή από μέρα σε μέρα από χρόνο σε χρόνο Τα κορίτσια κλειδώνουν τις νύχτες εξαφανισμένα σαν οντότητες φορτωμένα σε φορεία κρυφών γεννήσεων φθάνουν μέχρις εδώ με ένα φόβο που κανείς δεν καταλαβαίνει Τα κορίτσια κλειδώνουν τις